ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ

Οι κάθετες συγχωνεύσεις μεταξύ επιχειρήσεων λειτουργούν σε διαφορετικά στάδια της παραγωγικής διαδικασίας. Οι κάθετες συγχωνεύσεις μπορεί να έχουν αρνητικές επιδράσεις στον ανταγωνισμό σε μια αγορά. Οι αρνητικές αυτές επιδράσεις των κάθετων συγχωνεύσεων συνδέονται με τον αποκλεισμό από την αγορά (market foreclosure). Πιο συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις που βρίσκονται ήδη σε έναν κλάδο μπορούν να προβούν σε κάθετους περιορισμούς. Οι περιορισμοί αυτοί αυξάνουν τα εμπόδια εισόδου νέων επιχειρήσεων στην αγορά, αφού το κόστος εισαγωγής τους αυξάνεται. Επομένως, η εισαγωγή νέων επιχειρήσεων μειώνεται και ο ανταγωνισμός των ήδη υπαρχουσών επιχειρήσεων στην αγορά μειώνεται. Αυτό στη συνέχεια οδηγεί σε αύξηση των τιμών και μείωση της ευημερίας των καταναλωτών. Ένα παράδειγμα κάθετου περιορισμού είναι η αποκλειστική αντιπροσώπευση (exclusive dealing), μια συμφωνία μεταξύ ενός εμπόρου και ενός παραγωγού, όπου ο έμπορος δέχεται να πουλάει μόνο το προϊόν του συγκεκριμένου παραγωγού. Η αποκλειστική αντιπροσώπευση, λοιπόν, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό άλλων παραγωγών από την αγορά, κάτι που φυσικά θα οδηγήσει στη μείωση του ανταγωνισμού. Επίσης, οι παραγωγοί μπορούν να χρησιμοποιήσουν κάθετους περιορισμούς για να συντονίσουν την τιμολογιακή τους πολιτική (collusion device) ή ακόμα και για να προβούν σε διακριτική τιμολόγηση.[1]

Οι οριζόντιες συγχωνεύσεις είναι αυτές που πραγματοποιούνται μεταξύ επιχειρήσεων που ανταγωνίζονται στον ίδιο κλάδο. Οι επιδράσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν και σαν κίνητρα για οριζόντιες συγχωνεύσεις. Αρχικά θα μιλήσουμε για τις μονομερείς επιδράσεις (unilateral effects) των οριζόντιων συγχωνεύσεων. Μια συγχώνευση έχει την τάση να αυξάνει τη μονοπωλιακή δύναμη των συγχωνευμένων επιχειρήσεων και επιπρόσθετα να οδηγεί στην αύξηση των τιμών. Επομένως, μια συγχώνευση πιθανόν να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του πλεονάσματος του καταναλωτή και της συνολικής ευημερίας. Ωστόσο, η ικανότητα των συγχωνευμένων επιχειρήσεων να ενδυναμώσουν τη μονοπωλιακή τους δύναμη εξαρτάται από τον αριθμό των ανταγωνιστών τους. Όσο μεγαλύτερος ο αριθμός των ανεξάρτητων επιχειρήσεων που συνεχίζουν μετά τη συγχώνευση, τόσο μικρότερη είναι η αύξηση στην τιμή, με δεδομένο το οριακό κόστος. Ακόμη, εάν πριν τη συγχώνευση ο αριθμός των επιχειρήσεων στην αγορά ήταν σχετικά μικρός, η τιμή κοντά στο οριακό κόστος και το μερίδιο της κάθε επιχείρησης περιορισμένο, τότε η συγχώνευση δε θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση της μονοπωλιακής δύναμης.[2]

 



[1] Βέττας, Ν. Κατσουλάκος, Γ. (2004) «Πολιτική Ανταγωνισμού και Ρυθμιστική Πολιτική». Εκδόσεις Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, 10.2.6, 377-378

[2] Βέττας, Ν. Κατσουλάκος, Γ. (2004) «Πολιτική Ανταγωνισμού και Ρυθμιστική Πολιτική». Εκδόσεις Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, 12.2.1, 489 και 12.2.3, 496-497

This entry was posted in Διοίκηση Επιχειρήσεων, Οικονομικά, Συγχωνεύεις and tagged , , , . Bookmark the permalink.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *