ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ ΣΤΗ ΦΟΝΙΣΣΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΆΛΜΠΑ ΤΟΥ ΛΟΡΚΑ

Διαβάζοντας τα δυο έργα, εύκολα αντιλαμβανόμαστε ότι υφίσταται ένα

θρησκευτικό υπόβαθρο. Αφενός στο έργο του Ισπανού συγγραφέα, το θέμα του

πουριτανισμού της καθολικής εκκλησιάς, που ανάγει τον έρωτα σε αμάρτημα και

θυσιάζει τη νεότητα και το ερωτικό ένστικτο στο βωμό του συντηρητισμού και των

πρέπει, με σαφή απέχθεια προς τη σάρκα, ενοχοποιείται άμεσα σε ένα θεατρικό

δημιούργημα με πολλές κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις. Αφετέρου στη νουβέλα του

Παπαδιαμάντη συναντά κανείς τη βάση του Χριστιανισμού, τη βίωση δηλαδή της

αμαρτίας και την πάλη με το κακό και τους πειρασμούς της ζωής.

Ο αναγνώστης γρήγορα συνειδητοποιεί ότι στα δυο έργα υπάρχει έκδηλη

αυτή η διαμάχη των δυο δίδυμων δυνάμεων του καλού και του κακού. Οι ήρωες

αναμετρώνται με τους πειρασμούς και συχνά υποπίπτουν σε αμαρτίες και αποκλίνουν

από το χριστιανικό δρόμο. Το θέμα του κακού προβαλλόμενο μέσα από τις δυο

πρωταγωνίστριες, υπάρχει σαν τις δυο όψεις ενός ίδιου νομίσματος, με ξεχωριστούς

συμβολισμούς, αλλά με κοινή κορύφωση του, που αποτελεί την έσχατη μορφή του

κακού, το μη αναστρέψιμο, τον ίδιο το θάνατο ! Και στις δυο περιπτώσεις έχουμε να

κάνουμε με δυο προσωπικότητες που διαπράττουν το κακό με σκοπό το καλό.

Στην περίπτωση της Μπερνάρντα, έχουμε την επιβολή απολυταρχικού

καθεστώτος, τύπου « Αποφασίζομεν και διατάσσομεν »μετά το θάνατο του άντρα της,

αναγκάζει τις κόρες της σε πολύχρονο πένθος τηρώντας ένα έθιμο με θρησκοληπτική

υστερία, υποχρεώνοντας με εγκλεισμό σε ένα σπίτι-κοιμητήριο, τις νεαρές θυγατέρες

της. Η τυφλή δεισιδαίμων προσκόλληση στους εθιμικούς τύπους των απαγορευτικών

προλήψεων , που περιφρονούν την ανθρώπινη φύση, οδηγεί με ακρίβεια προς το

θάνατο. Η φύση τιμωρεί !

Η Μπερνάρντα φτάνει μια ανάσα πριν τη δολοφονία όταν μαθαίνει ότι

ο Πέπε έχει συνάψει ερωτική σχέση με την Αδελα, ώστε τον πυροβολεί με μια

καραμπίνα, αλλά αστοχεί. Δε διστάζει να χτυπήσει τις κόρες της με το μπαστούνι

προκειμένου να τις επαναφέρει στην τάξη κάθε φορά που θα τύχει κάποια να

απειθαρχήσει. Στο Λορκικό κόσμο λοιπόν δεν υποφέρουν μόνο οι προλετάριοι

αλλά και οι αριστοκράτισσες. Η μάνα ταυτίζεται με την καταπίεση και με ψυχωτικό

ζήλο απαιτεί από τις κόρες της το υπεράνθρωπο. Έχοντας ως απώτερο στόχο να

τους κάνει καλό, διαφυλάσσοντας την τιμή και την υπόληψη τους, διαβαίνει τον

Ρουβίκωνα, προκαλώντας το ανεπανόρθωτο. Η τόση αυταρχική καταπίεση, κόντρα

στις φυσιολογικές ορμές των νεαρών κοριτσιών, που ζουν σε ένα σπίτι μοναστήρι,

οδηγούν εν τελεί σε ένα θάνατο, ηθική αυτουργός του ο οποίου είναι η Μπερνάρντα.

Παρασυρμένη από το ψέμα της αντιζήλου της, η Αντέλα αυτοκτονεί, για να δώσει

φινάλε στο θεατρικό έργο όπως αυτό άρχισε, με έναν θάνατο, καταδεικνύοντας έτσι

ότι τούτο μπορεί να αποτελέσει έναν τρόπο απόδρασης από όλα αυτά, όταν πια

ο λόγος ύπαρξης της νεαρής κοπέλας, ο έρωτας, όπως η ίδια πιστεύει παύει να

υπάρχει.

Η Μπερνάρντα σε ένα παράλληλο μοτίβο με αντίστοιχους παραλληλισμούς

δίνει την ίδια εντολή « Silencio », « Σιωπή », ως πρώτη λέξη της στο έργο, αλλά και

ως την τελευταία που ακούγεται μετά το θάνατο της Αντέλα. Συνιστά μια υπενθύμιση

συγκάλυψης θανάτου, η οικογένεια πρέπει να κρύψει τα δυσάρεστα γεγονότα και

ο αρχηγός να γίνει ακόμα πιο αυταρχικός. Ακολουθεί το ασυμβίβαστο έθιμο που με

τις απαγορεύσεις του συνέχει μια κοινωνία στο διαρκή πόλεμο με τη γυμνή φύση,

απαίσια ή όχι, είναι η κοινωνία της. Δεν είναι υποκριτική απέναντι της. Τηρεί απλώς

τον απαρασάλευτο κανόνα της, που είναι κανόνας και της δικής της ψυχής.

Πίσω από την εξωτερική όψη μιας γυναίκας – κέρβερου κρύβεται μια

υποκριτική παγίδα, πραγματική ποιητική δημιουργία του Λόρκα, δεν είναι άλλη

από την τρυφερότητα και την αγάπη για την κόρη της, που τεχνηέντως υποκρύπτει

για να καταφέρει να επιβάλλει το νόμο της.1 Όλα όσα είμαστε υποχρεωμένοι να

συγχωρήσουμε στην Αντιγόνη του Σοφοκλή, τον « κόσμο » της δηλαδή, δεν πρέπει

να το αρνηθούμε στη Μπερνάρντα. Έχει κι αυτή το δικό της κόσμο2.

Το πρόβλημα του κακού δεσπόζει στο παπαδιαμαντικό corpus3, ακολουθεί

μια διαφορετική εξέλιξη ωστόσο κινούμενο στον ίδιο βασικό άξονα όπως κι ο Λόρκα.

Η Φραγκογιαννού δεν αποτελεί την περίπτωση εκείνου που κάνει το κακό για το

κακό. Αντίθετα σκοπός της είναι το καλό, εκείνο δηλαδή που εκείνη πιστεύει για καλό.

Σκοτώνει τα μικρά κορίτσια για να ανακουφίσει τους γονείς τους από το βάρος και να

απαλλάξει τα ίδια από μελλοντικά βάσανα. Δεν αισθάνεται καμία φρίκη μπροστά στο

κακό, η στάση της φαντάζει εντελώς φυσική και μακριά από οποιαδήποτε συνειδητή

έλξη για την αμαρτία4.

Το κακό που διαπράττει η γραία Χαδούλα δεν είναι το καθημερινό κακό,

το συνηθισμένο, το κοινωνικό, αλλά το μέγα κακό, το ασυγχώρητο. Παραβαίνει το

ου φονεύσεις, την υπέρτατη δηλαδή εντολή, την εντολή των εντολών, την εντολή

που συμπυκνώνει και συναιρεί όλη την ηθική. Η Φραγκογιαννού πνίγει με τα χέρια

της δυο νεογέννητα κοριτσάκια και πνίγει μέσα στο νερό δυο μικρές αδελφές.

Διαπράττει τα φρικτά εγκλήματα γιατί θέλει να λυτρώσει τα παιδιά και τους γονείς του

από τα βάσανα και τον πόνο5. Το έγκλημα της είναι πράξη μεγάλης ανιδιοτέλειας,

αυτοθυσίας, θέτει τη ζωή της σε κίνδυνο, χωρίς να έχει να κερδίσει τίποτε, μόνο

και μόνο για το καλό των άλλων. Έγκλημα καθαρό, ανιδιοτελές, άμεικτο ταπεινών σκοπιμοτήτων, τέλειο, απολυτό. 6

 

1

Μηνά Χριστίδη, Η απειλή ερχόταν απ’ έξω, Ελευθεροτυπία, 12/10/2002.
Λιγνάδης Τάσος, οπ. Σελ 32.
3 Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Η Φόνισσα, εκδ. Εστίας, Αθήνα 2001 2, σελ 9.
4 Β. Αθανασόπουλος, « Ο Παπαδιαμάντης και το Κακό », περ. Διαβάζω, τ. 165, σελ 74, 75.

5 Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, οπ, σελ 14 – 15.

6 Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, οπ, σελ 16.

This entry was posted in Φιλολογία and tagged , . Bookmark the permalink.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *