Ελληνικός Πολιτισμός

Είναι κοινά αποδεκτό ότι στις μέρες μας εμφανίζονται έργα πολιτισμού και κουλτούρας. Με το παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να δώσουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των δύο εννοιών και να εντάξουμε τα δύο έργα, του Jacques – Louis David και του Andy Warhol, που χρονικά ανήκουν σε διαφορετικές περιόδους και που εκφράζουν διαφορετικές τάσεις και αντιλήψεις, αντιλήψεις και ιδέες που ενέπνευσαν διαχρονικά τον άνθρωπο αλλά και που κάλυψαν συγκεκριμένες ανάγκες σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Στο πλαίσιο της αποσαφήνισης των όρων θεωρείται δόκιμο να ειπωθούν μερικά στοιχεία γύρω από την έννοια πολιτισμός και κουλτούρα.

Η λέξη πολιτισμός, καθώς και η χρησιμοποιούμενη ως συνώνυμή της κουλτούρα εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στα τέλη του 18ου αιώνα στην Δυτική Ευρώπη, την περίοδο κατά την οποία η Γαλλική Επανάσταση είχε ξεσπάσει και τα επιτεύγματά της είχαν γίνει γνωστά στους περισσότερους λαούς της Ευρώπης. Καθιερώθηκαν ως έννοιες κατά τον 19ο αιώνα. Τους δύο τελευταίους οι λέξεις αυτές πρωταγωνιστούσαν στην εκφορά του προφορικού και του γραπτού λόγου, σε κάθε έκφανσή του. Ομοφωνία στη χρήση τους από τους επιστήμονες δεν παρατηρήθηκε και κάθε ιδιαίτερος γνωστικός τομέας έδινε τον δικό του ορισμό στις λέξεις αυτές. Αυτή η εννοιολογική σύγχυση παίρνει στη χώρα μας μια ακόμα εντονότερη μορφή, καθώς οι έννοιες του πολιτισμού και της κουλτούρας είναι δάνειες.[1] Το πρόβλημα στη χώρα μας είναι ότι αυτές οι λέξεις δεν επεξεργάστηκαν και δεν εφαρμόστηκαν συστηματικά. Πολλοί όροι προτάθηκαν από έγκριτους Έλληνες επιστήμονες για την αντικατάσταση της λέξης «κουλτούρα» στην καθημερινή ομιλία. Ο Μάριος Πλωρίτης πρότεινε τον όρο «Παιδεία». Ο Α. Ελευθερόπουλος πρότεινε την «πνευματική καλλιέργεια»[2], ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος τον «πνευματικό πολιτισμό»[3], ο Γκιζέλης το «πολιτιστικό σύστημα» και ο Αγραφιώτης το «πολιτιστικό μόρφωμα». Φαίνεται, λοιπόν, ενδεικτικά η δυσκολία απόδοσης της πολυσημίας την έννοιας «κουλτούρα» στα ελληνικά.

Στην προσπάθειά μας να ορίσουμε με σαφήνεια τις δύο έννοιες αντιμετωπίζουμε δυσκολίες οι οποίες οφείλονται:

ü  Πρώτον, στο ότι πρόκειται για μια διαδικασία που περιλαμβάνει ταυτόχρονα την παραγωγή νέων σημασιών που είχαν απαρχαιωθεί ή απλά είχαν παραμεληθεί στο παρελθόν.

ü  Δεύτερον, στο ότι η διαδικασία αυτή πραγματοποιείται ενίοτε με σημαντικά διαφορετικό τρόπο σε διαφορετικές περιοχές.

ü  Τρίτον, στο ότι οι δύο αυτές έννοιες απαντούν συχνά με την ίδια σημασία σε διαφορετικές όμως χρήσεις και υπηρετώντας διαφορετικούς σκοπούς[4].

Κατά τον 16ο αιώνα στην Αγγλία και στην Γαλλία χρησιμοποιούνταν οι ρηματικοί τύποι  civilize & civilized και civilizer – civilize αντίστοιχα. Αυτοί οι ρηματικοί τύποι απέδιδαν τους κοινωνικούς τρόπους που υπήρχαν στις βασιλικές αυλές, αλλά και τις σχέσεις της άρχουσας τάξης έναντι των λαών και των αποικιών τους. Ο Γάλλος Michel de Montaigne το 1580 αντιδρά σε αυτές τις απόψεις περί πολιτισμένων και μη και εκφράζει την θεμελιακή αρχή του πολιτισμικού σχετικισμού. Εκφράζει τη δυσφορία του έναντι του ναρκισσισμού των ευρωπαϊκών ολιγαρχιών. Θεωρεί ότι «η Φύση κάνει να γεννηθούν, μέσα από τα λιγότερο πολιτισμένα έθνη, δημιουργήματα του πνεύματος που συναγωνίζονται τα πιο ωραία δημιουργήματα της τέχνης». Ωστόσο αυτές οι απόψεις δεν είχαν απήχηση την εποχή του.

Ο Marquis de Mirabeau το 1758 απορρίπτει τον πολιτισμό του, όπως το αντιλαμβάνεται η εποχή του, ως κίβδηλο και επιχειρεί να του προσδώσει νέο νόημα. Την ίδια περίπου εποχή οι Διαφωτιστές επιθυμούσαν μια συνολική αλλαγή, προβάλλοντας έτσι τον πολιτισμό ως μια οικουμενικής κλίμακας ιστορική διαδικασία διαμόρφωσης και τελειοποίησης των κοινωνικών ηθών και θεσμών, η οποία δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί, ενώ η πρόοδός της απαιτεί την ανάπτυξη και διάδοση της γνώσης και της επιστήμης[5].

Την περίοδο που στη Γαλλία και έπειτα στην Αγγλία καθιερώνεται η έννοια του πολιτισμού με τη σημασία της σύνθετης και θεσμικής, ηθικής, επιστημονικής και κοινωνικής προόδου στην οποία προχωρά το ανθρώπινο γένος με την καθοδήγηση του Ορθού Λόγου, στη Γερμανία η έννοια της κουλτούρας τίθεται στο κέντρο του κοινωνικού ανταγωνισμού μεταξύ των διανοουμένων και των αριστοκρατών. Η έννοια αυτή σημαίνει την πνευματική και καλλιτεχνική παιδεία ή δημιουργία.

Η λέξη κουλτούρα παράγεται από το λατινικό colore που σήμαινε την καλλιέργεια της γης. Ο Κικέρων χρησιμοποιεί πρώτος τη φράση cultura animi = καλλιέργεια της ψυχής. Οι αναγεννησιακοί ουμανιστές Moore και Bacon την χρησιμοποιούν με την έννοια της καλλιέργειας του νου. Με αυτήν την σημασία εμπεδώνεται στην Αγγλία και τη Γαλλία. Στην Γερμανία το πολιτισμικό ιδεώδες είναι η κουλτούρα (Kultur), την οποία αντιδιαστέλλουν προς τον πολιτισμό (Zivilisation), ως αντιπαράθεση ανάμεσα στην αληθινή αρετή και ηθικότητα, στη μόρφωση και στον εσωτερικό πλούτο του ατόμου από τη μια, και τη ρηχή, εξωτερική ευγένεια και ευπρέπεια από την άλλη[6]. Η έννοια της κουλτούρας εμφανίζει μια «εσωστρεφή» εστίαση στη διάπλαση του χαρακτήρα και του νου και αντιδιαστέλλεται προς την «εξωστρέφεια» της έννοιας του πολιτισμού που αφορά μόνο στην κοινωνική συμπεριφορά του ατόμου, στην επιφανειακή του κομψότητα ή κοσμιότητα. Η αντιπαράθεση κουλτούρας και πολιτισμού θα αποκτήσει εντονότερα χαρακτήρα αντιπαράθεσης μεταξύ της αυτόχθονης γερμανικής γλώσσας, τέχνης και παράδοσης και των ξενόφερτων ηθών και τεχνών που μιμούνται οι Γερμανοί αριστοκράτες. Ο Johann Gottfried Herder τονίζει τη σπουδαιότητα και την ομορφιά της γερμανικής λαϊκής παράδοσης, που είχε στιγματιστεί ως πρωτόγονη και χοντροκομμένη σε σχέση με την λεπτότητα και την ευγένεια της αντίστοιχης γαλλικής. Ο Herder πιστεύει ότι μόνο η καλλιέργεια της μητρικής γλώσσας μπορεί να κάνει ένα λαό να εξέλθει της βαρβαρότητάς του. Σαφώς με τον Herder η έννοια της κουλτούρας αποκτά νέο περιεχόμενο.

Είναι ξεκάθαρο πως, βάσει όσων έχουν αναφερθεί, ο πολιτισμός προβάλλεται ως πρότυπο συμπεριφοράς δηλωτικό της ευπρέπειας και της κοσμιότητας. Είναι μία διαρκής διαδικασία προοδευτικής τελειοποίησης των κοινωνικών θεσμών και των ηθών, αποτελεί μία τεχνολογική και επιστημονική εξέλιξη και αφορά το σύνολο της ανθρώπινης δημιουργίας μιας κοινωνίας σε μία συγκεκριμένη εποχή, στοιχείο κοινό και για την έννοια της κουλτούρας. Στην άλλη πλευρά η κουλτούρα είναι το ιδεώδες της κοσμικής παιδείας και μόρφωσης, με ιδιαίτερη προβολή των ηθών, των τεχνών, του τρόπου σκέψης ενός έθνους ή μιας εποχής ή μιας φυλής σε μία χρονική περίοδο αλλά και διαχρονικά.


[1] ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ, Ι. ΒΟΥΡΤΣΗΣ, Ε. ΜΑΝΑΚΙΔΟΥ, Γ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ, ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ, τόμος Α, Η Έννοια του Πολιτισμού. Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, σελ. 25

[2] Α. Ελευθερόπουλος, Ο Κοινωνικός βίος των Ανθρώπων, 1930, σελ. 76 κ. ε.

[3] Π. Κανελλόπουλος, Ιστορία και Κριτική των Κοινωνιολογικών Θεωριών, 1929, σελ. 196

[4] ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ, Ι. ΒΟΥΡΤΣΗΣ, Ε. ΜΑΝΑΚΙΔΟΥ, Γ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ, ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ, τόμος Α, Η Έννοια του Πολιτισμού. Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, σελ. 28

[5] ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ, Ι. ΒΟΥΡΤΣΗΣ, Ε. ΜΑΝΑΚΙΔΟΥ, Γ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ, ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ, τόμος Α, Η Έννοια του Πολιτισμού. Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, σελ. 32

[6] ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ, Ι. ΒΟΥΡΤΣΗΣ, Ε. ΜΑΝΑΚΙΔΟΥ, Γ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Κ. ΣΜΠΟΝΙΑΣ, ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ, τόμος Α, Η Έννοια του Πολιτισμού. Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, σελ. 33

 

This entry was posted in Πολιτιστικά and tagged , , , , , , , . Bookmark the permalink.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *