ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ

ΑΙΤΙΑ, ΑΦΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ Γ’ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Είναι γεγονός ότι τα ελληνιστικά κράτη αρχικά εκμεταλλεύτηκαν την αυξανόμενη δύναμη της Ρώμης για τους δικούς τους σκοπούς, αλλά δεν φαντάζονταν  ότι σύντομα η ρωμαϊκή επέμβαση θα ανέτρεπε αμετάκλητα την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των ελληνιστικών βασιλείων[1]. Οι ίδιες οι ελληνιστικές πόλεις είχαν στραφεί στη Ρώμη, ώστε να ζητήσουν βοήθεια ενάντια στη συμμαχία του Φιλίππου Ε΄ της Μακεδονίας και του Αντίοχου Γ΄ της Συρίας[2]. Οι Ρωμαίοι δέχονταν τις εκκλήσεις των ελληνιστικών πόλεων, κυρίως, επειδή η ίδια η Ρώμη ήταν μια ελεύθερη πόλη και η ιταλική συμμαχία αποτελούσε μία ένωση αυτόνομων κι ανεξάρτητων πόλεων[3]. Έτσι, έγινε  προσπάθεια αναχαίτισης των σχεδίων του Φιλίππου του Ε’ να δημιουργήσει μια ισχυρή Μακεδονία. Το σχέδιο του Φιλίππου ήταν να συνασπιστεί πρώτα με τον Αννίβα το 215 π. Χ, κατά τον Β΄ Καρχηδονιακό πόλεμο, ώστε να κατακτήσει σημαντικά εδάφη στο ιλλυρικό έδαφος[4] κι αφού το επιτύγχανε αυτό να προχωρούσε προς τη Ρώμη[5]. Τα σχέδιά του οδήγησαν στον Α΄ Μακεδονικό πόλεμο (215 π. Χ – 205 π. Χ), ο οποίος τερματίστηκε με τη συνθήκη της Φοινίκης το 205 π. Χ, η οποία υπογράφτηκε μετά από συνθήκη του Φιλίππου με την Αιτωλική Συμπολιτεία[6].

Αυτό που ανησυχούσε τους Ρωμαίους δεν ήταν τόσο η ελευθερία των ελληνιστικών πόλεων, αλλά οι κατακτητικές βλέψεις του Φιλίππου για την Ρώμη μετά την προσάρτηση θέσεων στην Ιλλυρία, πράγμα που θα πραγματοποιούταν μόλις θα έληγε ο πόλεμος με την Αιτωλική Συμπολιτεία που είχε ξεκινήσει από το 220 π. Χ[7].  Το ενδιαφέρον του Φιλίππου για τη Ρώμη φαίνεται από τους όρους της συνθήκης με τον Αννίβα, όπου ο ίδιος υπόσχεται στον Φίλιππο ότι σε περίπτωση νίκης τους θα απαιτούσαν από τους Ρωμαίους να μην επιχειρήσουν καμιά πολεμική σύρραξη στο εξής και να παραιτηθούν από την επικυριαρχία τους στην Κέρκυρα, στην Απολλωνία, στην Επίδαμνο, στη Φάρο, στην Διμάλη κι ακόμη στους Παρθινούς και στους Ανιντανούς[8].

Ο Β΄ μακεδονικός πόλεμος πραγματοποιήθηκε έπειτα από την ανησυχία των ελληνιστικών πόλεων για τη συμμαχία που είχε συνάψει ο Φίλιππος ο Ε΄ με τον Αντίοχο τον Γ΄ και έληξε με την ήττα του Φιλίππου στις Κυνός Κεφαλές το 197 π. Χ. Ο Φίλιππος υποχρεώθηκε να καταθέσει ένα χρηματικό ποσό, να εγκαταλείψει τα εδάφη που είχε καταλάβει στην Ασία και να αναγνωρίσει την ελευθερία των ελληνιστικών πόλεων και Συμπολιτειών[9].

Σαν απόρροια αυτού, ενώ η Ρώμη εξασφάλισε την ειρήνη στα ελληνιστικά κράτη και την αποδυνάμωση της μακεδονικής δύναμης, είχε να αντιμετωπίσει και τα επεκτατικά σχέδια του Αντίοχου της Συρίας, ώστε να μεγαλώσει το κράτος των Σελευκιδών άφοβα τώρα που ο Φίλιππος είχε χάσει σημαντική δύναμη. Γι’ αυτό τον λόγο, υπέγραψε συνθήκη με την Αίγυπτο, με τον Αννίβα, αλλά και με τους Αιτωλούς, οι οποίοι ήταν απογοητευμένοι, καθώς δεν έλαβαν τα οφέλη που περίμεναν μετά την ήττα του Φιλίππου. Αυτή η κίνηση οδήγησε σε εκστρατεία των Ρωμαίων εναντίον του Αντιόχου και στην ήττα αυτού στην Ασία, κοντά στην πόλη της Μαγνησίας το 190 π. Χ. Οι όροι που έθεσαν οι Ρωμαίοι στον Αντίοχο απέδειξαν ότι η Ρώμη δεν ήθελε να κατακτήσει την Ανατολή, αλλά να εμποδίσει οποιαδήποτε μεγάλη δύναμη να επεκταθεί και να την απειλήσει[10].

Αυτό επιδίωκε, λοιπόν, η Ρώμη, να είναι όλα τα ελληνιστικά βασίλεια ανεξάρτητα, αλλά κανένα πιο ισχυρό. Ιδιαίτερα φοβόταν ότι η άνοδος της μακεδονικής δύναμης θα την εμπόδιζε να επεμβαίνει στα ελληνικά πράγματα και θα μπορούσε να δημιουργήσει στην Ανατολή το κατάλληλο κλίμα για μια ενδεχόμενη επίθεση εναντίον της[11].

Η ανησυχία των Ρωμαίων φάνηκε και στην προσπάθεια του Περσέα, του γιού του Φιλίππου, να ανασυστήσει ένα ισχυρό μακεδονικό κράτος παρασύροντας τις ελληνικές πόλεις με το μέρος του. Οι φοβίες έγιναν πιο έντονες όταν ο Ευμένης ο Β΄, βασιλιάς της Περγάμου, επισκέφτηκε τους Ρωμαίους και τους αποκάλυψε τα επεκτατικά σχέδια του Περσέα, φοβούμενος ο ίδιος για το μέλλον του βασιλείου του, αλλά παράλληλα θέλοντας να εκδικηθεί τη δολοφονική απόπειρα εναντίον, η οποία ίσως να έγινε από ανθρώπους που υπηρετούσαν τα συμφέροντα του Περσέα.

Οι Ρωμαίοι θορυβήθηκαν τόσο πολύ, ώστε προσπάθησαν να διαλύσουν τα Βοιωτικά κοινά και να προσαρτήσουν ελληνικές πόλεις. Έτσι, στέλνουν επιστολή στην Αμφικτιονία των Δελφών για να κερδίσουν συμμάχους στον πόλεμο εναντίον του Περσέα. Στη συγκεκριμένη επιστολή κατηγορούν τον Περσέα για ανόσιες πράξεις και για το ότι θεωρεί τον εαυτό του ισάξιο με τους Ρωμαίους απέναντι στους οποίους δεν συμπεριφερόταν ως ‘cliente’, δηλαδή ως πελάτης τους, ως υποτελής. Επίσης, προσπαθούν να κερδίσουν τη εύνοια της Αμφικτιονίας υπενθυμίζοντας την ένοπλη παρεύρεση του Περσέα στα ‘Πύθια’ και την άδικη συμμετοχή του στους αγώνες και στις τελετουργίες. Τον κατηγορούν για διακοπή της συνθήκης που είχε υπογράψει ο πατέρας του με τους Ρωμαίους, για το ότι σκότωσε κάποιους από τους Έλληνες που είχαν σταλθεί στη Ρώμη για έκκληση βοήθειας. Επιπλέον, ισχυρίζονται ότι προσπάθησε να δηλητηριάσει τη Σύγκλητο, ότι έκανε πολλές δολοφονίες κι επιθέσεις στην Αιτωλία και σε άλλες πόλεις, υποδούλωσε κάποιες ελληνικές πόλεις, δωροδόκησε ηγεμόνες να στραφούν με το μέρος τους κι αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον βασιλιά Ευμένη, ενώ εκείνος πορευόταν προς τους Δελφούς, αγνοώντας την θεϊκή τιμωρία[12].

Συνεπώς, αφορμές για την έναρξη του Γ΄ Μακεδονικού πολέμου είναι: α) η άνοδος του Περσέα στον μακεδονικό θρόνο το 179 π. Χ, ο οποίος έτρεφε αισθήματα αντιπάθειας για τη Ρώμη, β) η επίσκεψη και η ομιλία του Ευμένη Β΄ στη Ρώμη σχετικά με τις βλέψεις του Μακεδόνα βασιλιά και η απόπειρα δολοφονίας του τελευταίου[13].

Το 171 π. Χ, η Σύγκλητος αποφάσισε να εξουδετερώσει τον Περσέα κι ενώ εκείνος είχε στείλει πρεσβεία στη Ρώμη για να διατηρηθεί η ειρήνη, δεν ικανοποιήθηκε με τους όρους και προτίμησε να πολεμήσει[14]. Μετά από δύο χρόνια πολέμου, ο Περσέας ηττήθηκε το 168 π. Χ από τον Αιμίλιο Παύλο στην Πύδνο[15].

Όσον αφορά τις συνέπειες από την ήττα του Περσέα, η Ρώμη δεν θέλησε για μια ακόμη φορά να προσαρτήσει τα εδάφη της Ανατολής, αλλά καθόρισε την πολιτική κατάσταση που θα επικρατούσε στις ελληνιστικές πόλεις. Πρώτο μέλημα ήταν να διασπάσει τη Μακεδονία σε τέσσερα κρατίδια προσφέροντάς της ελευθερία. Αυτά τα κρατίδια θα διοικούνταν από άρχοντες υπόλογους σε ένα μόνιμο συμβούλιο που θα αποτελείτο από αντιπροσώπους των διαφόρων κοινοτήτων. Οι άρχοντες και τα μέλη του συμβουλίου θα προέρχονταν από την τάξη των πλουσίων που ήταν η μόνη με πολιτικά δικαιώματα. Επιπλέον, δημιουργήθηκε λιμάνι στη Δήλο, το οποίο σήμανε την οικονομική πτώση των λιμανιών της Ρόδου και της Περγάμου κι αυτό ως τιμωρία για τη συμπαράσταση που έδειξαν στον Περσέα προς το τέλος του πολέμου στέλνοντας πρεσβείες στη Ρώμη με σκοπό τη σύναψη ειρήνης με τον Μακεδόνα βασιλιά. Η παρακμή του λιμανιού της Ρόδου είχε σαν αποτέλεσμα την ένταση της πειρατείας και του δουλεμπορίου στο λιμάνι της Δήλου. Επιπρόσθετα, αφαιρέθηκαν εδάφη από το βασίλειο της Περγάμου και διαμοιράστηκαν στη Βιθυνία και στους Γαλάτες με συνέπεια την αποδυνάμωση της ελληνιστικής αυτής πόλης. Τιμωρία επιβλήθηκε και στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, η οποία φημολογείτο ότι βοήθησε τον Περσέα. Έτσι, οδηγήθηκαν στη Ρώμη χίλιοι όμηροι από τους επιφανέστερους πολίτες της Συμπολιτείας[16].

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. M. Rostovtzeff, ‘Ρωμαϊκή Ιστορία’, εκδ. Παπαζήσης, 1984

2. Frank W. Blank, ‘Ο ελληνιστικός κόσμος’, εκδ. Βάνιας, 199

3. Michael Austin, ‘The Hellenistic World from Alexander to the Roman Conquest – A selection of ancient sources in translation’, εκδ. Cambridge

4. Πολύβιος, 7, 9, 12 – 13

[1] M. Rostovtzeff, ‘Ρωμαϊκή Ιστορία’’, κεφ. VI, σελ. 82

[2] M. Rostovtzeff, ό. π, σελ. 84

[3] M. Rostovtzeff, ό. π, σελ. 84

[4] Frank W. Blank, ‘Ο ελληνιστικός κόσμος, σελ. 324, εκδ. Βανιάς

[5] Frank w. Blank, ‘Ο ελληνιστικός κόσμος’, σελ. 326

[6] Frank. W. Blank, ό. π, σελ 328

[7] Frank. W. Blank, ό. π, σελ 324

[8] Πολύβιος, 7, 9, 12 – 13

[9] M. Rostovtzeff, ‘Ρωμαϊκή Ιστορία’, σελ. 85, εκδ. Παπαζήσης

[10] M. Rostovtzeff, ό. π, σελ. 86

[11] M. Rostovtzeff, ό. π, σελ 88

[12] Michel Austin, ‘ The Hellenistic world from Alexander to the Roman conquest’, σελ. 185, Cambridge, second edition

[13] http://el.wikipedia.org/wiki/Ευμένης_Β΄_της_Περγάμου/

[14] M. Rostovtzeff, ό. π, σελ. 88

[15] M. Rostovtzeff, ό. π, σελ 93

[16] M. Rostovtzeff, ό. π, σελ. 93

This entry was posted in Γενικά and tagged , , , , . Bookmark the permalink.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *